Μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συνέντευξη στην οποία ο Γενικός Ελεγκτής της Κυπριακής Δημοκρατίας, Δρ Οδυσσέας Μιχαηλίδης, απαντά στα ερωτήματα που τέθηκαν στις 15 Σεπτεμβρίου 2016 στα πλαίσια της έρευνας της Ερευνητικής Επιτροπής Φοιτητών Νομικής του Alexander College, υπό την καθοδήγηση του Ερευνητικού Κέντρου Alexander. Στην Πρότυπο Ερευνητική Επιτροπή Φοιτητών συμμετέχουν οι φοιτητές LLB/Law (Hons) Λοΐζος Αντωνίου, Αντρέας Προδρόμου, Τζωρτζίνα Medwick και Αντρέας Vulcanescu υπό την καθοδήγηση των Κώστα Χριστοδουλίδη, διευθυντή του Ερευνητικού Κέντρου Alexander και Νικόδημου Λοΐζου Ακαδημαϊκού Διευθυντή Alexander College. Η έρευνα μελετά τη νομοθεσία για τις δημόσιες συμβάσεις, την εφαρμογή, τον έλεγχο και την διαφάνεια στην Κυπριακή Δημοκρατία.
Η δημοσιοποίηση των παρανομούντων ως εργαλείο πίεσης, οι πολίτες και το Κοινοβούλιο ως σύμμαχοι της Ελεγκτικής Υπηρεσίας του κράτους, ο ρόλος της Αστυνομίας στο θέμα της διαφθοράς, η γραφειοκρατία που – τελικά – προάγει τη διαφθορά και η «δυσμενής», μάλλον, θέση που κατέχουν σήμερα οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στη σκακιέρα των ίσων ευκαιριών για συμμετοχή σε δημόσιους διαγωνισμούς. Τοποθετείται υπέρ της επιστροφής , μέρους τους υπερκέρδους από τα αιολικά πάρκα, στο κράτος με νόμιμο τρόπο. Ζητήματα καίριας σημασίας, που έτυχαν ειλικρινών απαντήσεων, όπως τα βιώνει καθημερινά στην πράξη ο Δρ Μιχαηλίδης από τη θέση του Γενικού Ελεγκτή.
Κύριε Γενικέ, στον πρόλογο σας στην ηλεκτρονική σελίδα της Ελεγκτικής υπηρεσίας παραλληλίζετε το ρόλο της Υπηρεσίας σας με την ιδέα της λογοδοσίας των δημόσιων θεσμών εξουσίας προς τους πολίτες, όπως χρονολογείται στην αρχαία Ελλάδα. Πόσο σημαντική για την δημοκρατία είναι κατά την άποψη σας η έννοια του ελέγχου, της ευθύνης, της χρηστής διοίκησης, της δημοσιονομικής λογοδοσίας και διαφάνειας των φορέων εξουσίας;
Όπως εξηγούμε στην ιστοσελίδα μας και στην ετήσιά μας έκθεση και όπως συχνά λέμε και δημοσίως, η λογοδοσία αυτών που ασκούν δημόσια διοίκηση θεωρείται ότι είναι απόλυτα συνυφασμένη με την έννοια της δημοκρατίας, υπό την έννοια ότι, ναι μεν η δημοκρατία σημαίνει ότι αποφασίζουν οι πολλοί, θα πρέπει όμως οι πολίτες να τα γνωρίζουν όλα όταν θα παίρνουν τις αποφάσεις τους. Άρα η έννοια του ελέγχου και της διαφάνειας η οποία προάγεται μόνο μέσω ενός ανεξάρτητου θεσμού ελέγχου έχει ακριβώς την έννοια της ενημέρωσης των πολιτών για τα πεπραγμένα αυτών που ασκούν δημόσια εξουσία. Αυτό λειτουργεί θετικά κατά την λήψη της απόφασής τους για το ποιοι θα τους διοικούν. Όπως η ιδέα της λογοδοσίας στην αρχαία Αθήνα, ήταν ότι κάθε πράξη των ασκούντων δημοσίας διοίκησης θα πρέπει να γίνεται όπως έλεγαν, ενώπιων πάντων των πολιτών, δηλαδή όλοι να ξέρουν τα δεδομένα, άρα ναι, η δημοκρατία είναι το ύψιστο, απλώς η έννοια της λογοδοσίας και της διαφάνειας είναι παράμετροι οι οποίες διασφαλίζουν ότι υπάρχει πράγματι δημοκρατία και δεν υπάρχει ας πούμε κάποιος να είναι λαοπλάνος . Αυτό θα ήταν φαινομενική δημοκρατία.
Πως αντιμετωπίζει η Υπηρεσία σας τον ρόλο που επιφυλάσσει το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας και ο νόμος στον Γενικό Ελεγκτή σε σχέση με τις δημόσιες συμβάσεις;
Το σύνταγμα και ο νόμος που διέπει τη λειτουργία της ελεγκτικής υπηρεσίας, ουσιαστικά εναποθέτει στον γενικό ελεγκτή την ευθύνη για να ελέγχει κάθε δαπάνη της δημοκρατίας και φυσικά και κάθε είσπραξη. Αλλά εδώ που μιλάμε για δημόσιες συμβάσεις, κυρίως μιλάμε για δαπάνες της δημοκρατίας, πληρωμές, αγορά προμηθειών, κατασκευή έργων, αγορά υπηρεσιών, άρα η έννοια των δημοσίων συμβάσεων είναι από τα πλέον βασικά κομμάτια των αρμοδιοτήτων του γενικού ελεγκτή και της ελεγκτικής υπηρεσίας, γιατί ακριβώς οι δημόσιες συμβάσεις είναι το μέσο, είναι το «όχημα» μέσω του οποίου η δημοκρατία πραγματοποιεί τις δαπάνες. Πέραν φυσικά ενός άλλου μεγάλου πυλώνα που είναι οι μισθοί που δεν είναι μέσο δημοσίων συμβάσεων είναι μέσο του κρατικού μισθολογίου. Άρα, είναι ένα πολύ μεγάλο κομμάτι οι δημόσιες συμβάσεις και ως εκ τούτου δίνουμε πολύ αυξημένο ρόλο, πολύ μεγάλη σημασία στο θέμα των δημοσίων συμβάσεων και ειδικά επειδή είναι ένα κομμάτι το οποίο είναι μεγάλο και είναι από τα κομμάτια τα οποία είναι υψηλού κινδύνου για θέματα διαφθοράς, σε αντίθεση ας πούμε με το θέμα του μισθού. Ο μισθός είναι πάνω – κάτω προκαθορισμένος και βγαίνει μέσω του γενικού λογιστηρίου. Εκεί δεν έχεις και πολλά περιθώρια, έχεις βέβαια κάποια περιθώρια να κάνουν σε κάποιον ας πούμε κάποια ειδική ρύθμιση για τις προσαυξήσεις του κλπ, αλλά εκεί είναι περιορισμένα. Μεγάλα περιθώρια δίνονται στην ορθότητα και την αποτελεσματικότητα της διαδικασίας που εφαρμόζεται για την ανάθεση μιας δημόσιας σύμβασης ,ότι θα είναι με διαφανή τρόπο. Ένα άλλο κομμάτι αφορά τη διαχείριση μιας σύμβασης που έχει υπογραφτεί, για παράδειγμα, οι απαιτήσεις που υποβάλλουν οι εργολάβοι κατά την εκτέλεση ενός έργου, οι απαιτήσεις που υποβάλλει κάποιος άλλος ανάδοχος το να ελέγξεις ότι αυτό που θα σου προμηθεύσει ένας προμηθευτής σου είναι σύμφωνα με τους όρους που έχεις προκαθορίσει γιατί αλλιώς μπορεί να του έχεις κάνει ένα χατίρι και να δεχτείς να πάρεις κάτι υποδεέστερο και να σου έχει δώσει «φακελάκι» για να κλείσεις τα μάτια και να παραλάβεις κάτι άλλο.
Θεωρείτε ότι η Υπηρεσία σας διαθέτει επαρκή αριθμητικά στελέχωση για να επιτελέσει τα καθήκοντα της σε σύγκριση και κατά αναλογία με τις αντίστοιχες Ευρωπαϊκές Υπηρεσίες Ελέγχου;
Σίγουρα η ελεγκτική υπηρεσία για να διεκπεραιώσει όλες της τις δουλειές δεν θα αρκούσε το προσωπικό που έχει ούτε και αν αυξάνονταν αρκετά γι’ αυτό έχουμε αποφασίσει να κινηθούμε σε ένα κάπως μεικτό μοντέλο, δηλαδή προσπαθούμε να αναθέτουμε μέρος των ελέγχων που κάνουμε στον ιδιωτικό τομέα μέσω ανοικτών προσφορών και να κρατούμε για τον εαυτό μας τον οικονομικό έλεγχο σε κάποιους ελεγχόμενους οργανισμούς και στο κεντρικό κράτος και επίσης τον διαχειριστικό έλεγχο που είναι κάτι διαφορετικό και τον έλεγχο των δημοσίων συμβάσεων, είναι κάτι που επίσης κάνουμε σχεδόν αποκλειστικά εσωτερικά.
Πέραν των ετήσιων θεσμοθετημένων ελέγχων, ποιος θα λέγατε είναι ο λόγος/αναλογία από τη μια των καταγγελιών από πολίτες και από την άλλη των αυτεπάγγελτων ελέγχων σας ετήσια; Θεωρείτε ότι υπάρχουν περιθώρια μεγαλύτερης εμπλοκής του κοινού μέσω υποβολής παραπόνων/καταγγελιών από ότι σήμερα; Πως διασφαλίζεται η εχεμύθεια κατά την υποβολή παραπόνου και ποια διαδικασία ακολουθείτε μετά που θα λάβετε ένα παράπονο;
Ο έλεγχος ο οποίος κάνουμε κατά το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του είναι έλεγχος ο οποίος γίνεται από την υπηρεσία μας χωρίς να προέρχεται από καταγγελίες η παραπόνα. Είναι ο συνταγματικά αναγκαίος οικονομικός έλεγχος του κεντρικού κράτους και όλων των υπό την υπηρεσία μας ελεγχόμενων οργανισμών που είναι δεκάδες. Στο όραμα αυτού του λεγόμενου οικονομικού έλεγχου υπάρχει ένας άλλος πυλώνας ελέγχων ο οποίος σύμφωνα με τις πρακτικές που υποβάλλουν τα διεθνή πρότυπα ελέγχων όλων των παγκόσμιων ελεγκτικών υπηρεσιών, είναι ο λεγόμενος διαχειριστικός έλεγχος. Αυτός ο διαχειριστικός έλεγχος ουσιαστικά είναι αυτό που ονομάζεται στα αγγλικά «three E» τα «τρία Ε», δηλαδή Economic – Efficient – Effective, οικονομικό, αποτελεσματικό και αποδοτικό. Σε αυτό υπάρχει μεγαλύτερο περιθώριο ευελιξίας στην υπηρεσία μας τι θα αποφασίσει. Στα πλαίσια τέτοιων ελέγχων, οι οποίοι έτσι κι αλλιώς γίνονται από την υπηρεσία μας αυτεπάγγελτα, τυχών καταγγελίες οι οποίες έρχονται ή παράπονα είναι υποβοηθητικά, είτε στα πλαίσια κάποιου ελέγχου που ούτως η άλλως θα τον κάναμε να μας βοηθήσει, να μας καθοδηγήσει. Σίγουρα όμως, είναι μικρό μέρος των ελέγχων μας που διεξάγουμε στη βάση ότι τα κάνουμε μόνο επειδή υπάρχει καταγγελία. Τώρα, η εχεμύθεια κατά την υποβολή παραπόνου διασφαλίζεται από το γεγονός ότι εάν αντιληφθούμε ότι ο καταγγέλλων ο ίδιος δεν θα επιθυμούσε να χρησιμοποιηθεί οπουδήποτε το όνομα του τότε διαφυλάσσουμε με πολύ μεγάλη προσοχή την ταυτότητα αυτού που υποβάλλει παράπονο.
Σύμφωνα με το European Union Single Market Scoreboard, o δείκτης του «No Calls For Bids», ο οποίος μετρά το ποσοστό των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων με μια εταιρεία, χωρίς να γίνεται η οποιαδήποτε πρόσκληση υποβολής άλλων προσφορών αγγίζει το 24% (ψηλότερο της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 2015). Επιπρόσθετα, διαπιστώνεται αυξητική τάση στις περιπτώσεις δημόσιων συμβάσεων με ένα μόνο προσφοροδότη (40% των περιπτώσεων κατά το 2015 ενώ το 2011 ήταν 22%).Η απόδοση της Κύπρου στον τομέα των δημόσιων συμβάσεων κρίνεται από την ίδια Υπηρεσία ως «γενικά μη ικανοποιητική». Ποια η εκτίμησή σας για αυτά τα αποτελέσματα και ποια μέτρα χρειάζεται κατά τη γνώμη σας να λάβει το κράτος.
Η άποψη μου είναι ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα που υπάρχει στο θέμα των δημοσίων συμβάσεων στην Κύπρο αφορά κυρίως τις αναθέτουσες αρχές, εκτός του κεντρικού κράτους, δηλαδή όταν μιλάμε για αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης, για δήμους – κοινότητες, για συμβούλια αποχετεύσεων, συμβούλια υδατοπρομήθειας, πανεπιστήμια, ημικρατικούς οργανισμούς. Σ’ αυτούς τους οργανισμούς, ναι, υπάρχει αρκετά σοβαρό πρόβλημα και με αυτές τις λεγόμενες απευθείας αναθέσεις που είναι αυτό που είπατε προηγουμένως, χωρίς να γίνει πρόσκληση υποβολής άλλων προσφορών, ή με τον ένα μόνο προσφοροδότη και πάρα πολλές φορές υπάρχει κατάχρηση της νομοθεσίας. Το γενικό λογιστήριο έχει επίσης εισαγάγει εδώ και κάποια χρόνια, πριν 6 με 8 χρόνια, δεν θυμάμαι ακριβώς ,το σύστημα ηλεκτρονικής υποβολής προσφορών που θεωρείται μάλιστα πολύ επιτυχημένο σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.
Πως θα λέγατε ότι αντιμετωπίζουν στην πράξη οι κρατικοί πολιτικοί προϊστάμενοι, οι αρχές των δήμων και των ημικρατικών τις εκθέσεις και ειδικά τις συστάσεις του Γενικού Ελεγκτή; Γενικά θα λέγατε ότι υπάρχει συμμόρφωση σε υψηλό βαθμό και με ταχύτητα, ή υπάρχει αρνητική προδιάθεση για συμμόρφωση; Πιο συγκεκριμένα, έχουμε παρατηρήσει ότι διαχρονικά στις εκθέσεις του Γενικού Ελεγκτή σε σχέση με κάποιους δημόσιους φορείς, επαναλαμβάνονται, φαίνεται χωρίς μεγάλο «αντίκρισμα» οι ίδιες παρατηρήσεις και συστάσεις. Ποια μέσα διαθέτετε για την «επιβολή» της χρηστής διοίκησης, της επανόρθωσης και ούτω καθεξής;
Υπάρχει κάποια πιστεύω βελτίωση στο βαθμό συμμόρφωσης και αυτό συνήθως είναι, είτε γιατί πράγματι αντιλαμβάνονται ότι έχουν κάνει κάποιο λάθος ή ότι θα βελτιώσει και την δική τους εικόνα να δείξουν ότι έχουν ακολουθήσει κάποια συγκεκριμένη πρακτική είτε, για να χρησιμοποιήσω μια φράση του ευαγγελίου, «υπό τον φόβο των ιουδαίων», και κυρίως εννοώ την δημοσιότητα. Δηλαδή, όταν αντιληφθούν ότι κάτι το οποίο έχουν κάνει φαίνεται να δημοσιοποιείται πλέον, αναγκάζονται να διαφοροποιήσουν αυτήν την πρακτική. Άρα, το μόνο εργαλείο το οποίο έχει η ελεγκτική υπηρεσία είναι η δημοσιοποίηση, η δημοσιότητα. Και αυτοί που λένε μα γιατί το δημοσιοποιήσατε, απαντώ: γιατί είναι η δουλειά μας, πρέπει να δημοσιοποιούνται τα ευρήματα μας . Είναι κάτι το οποίο είναι αλληλοσυγκρουόμενο: να λες ότι θα ‘χω μια ελεγκτική υπηρεσία, αλλά τα ευρήματά της θα μένουν μέσα στο συρτάρι. Δεν γίνεται αυτό το πράγμα. Το εργαλείο είναι η δημοσιοποίηση.
Ποια είναι επομένως τα μέσα, τα εργαλεία που έχετε στην διάθεση σας;
Η μια πτυχή είναι ο νόμος, που είναι συνυφασμένος στη μια του την πτυχή με τις διωκτικές αρχές που είναι ο γενικός εισαγγελέας, που ευτυχώς, το λέω και δημόσια είναι πάντα πρόθυμος όταν θέσουμε υπόψη κάτι που φαίνεται να έχει υπόβαθρο για περαιτέρω διερεύνηση να το διερευνά, και το άλλο είναι η δημοσιότητα. Συνυφασμένο με αυτά είναι και η βοήθεια που δίνει, ή δεν δίνει στην Ελεγκτική υπηρεσία κάθε φορά η Βουλή. Σε όλες τις χώρες του κόσμου ο βασικός σύμμαχος των ελεγκτικών υπηρεσιών -ο βασικότερος είναι οι πολίτες-, ο δεύτερος είναι το κοινοβούλιο. Υπάρχουν μάλιστα χώρες όπου η Ελεγκτική Υπηρεσία είναι πολύ πιο θεσμικά συνδεδεμένη με το κοινοβούλιο, ειδικά σε κοινοβουλευτικές δημοκρατίες, άρα γι’ αυτό πρέπει να πούμε ότι έχει ήδη γίνει ένα μεγάλο βήμα από την βουλή. Το 2013 υπήρξε τροποποίηση του νόμου που αφορά την Ελεγκτική Υπηρεσία και μπήκε μέσα μια πρόνοια ότι κάθε ελεγχόμενος οργανισμός όταν θα καταθέτει στη βουλή τον προϋπολογισμό του για υπηρεσίες θα πρέπει να τον συνοδεύει και μια έκθεση με την οποία θα δείχνει τι έχει κάνει για να συμμορφωθεί. Όμως, πάντοτε το τελικό καταφύγιο είναι ο πολίτης. Αν ο πολίτης απ’ την άλλη ενημερωθεί για ένα θέμα με διαφάνεια και η θέση του, η επίσημη θέση του, η οποία εκφράζεται με πολλούς τρόπους, είναι ότι γι’ αυτόν, η πρακτική που ακολουθείται είναι αποδεκτή, τότε ο δικός μας ρόλος τελειώνει. Εμάς τελειώνει ο ρόλος μας όταν ενημερωθούν οι πολίτες, δεν έχουμε κάτι άλλο να κάνουμε.
Θα λέγατε ότι εντοπίζετε πρόοδο, ή στασιμότητα στην νοοτροπία των κρατικών αξιωματούχων διαχρονικά έναντι στο έργο της Ελεγκτικής Υπηρεσίας; Γίνεται κατανοητή η ανεξαρτησία του θεσμού της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, ή ασκούνται έμμεσες ή άμεσες πιέσεις;
Όταν βλέπουμε αντιδράσεις του τύπου η ελεγκτική υπηρεσία κακώς μας έκανε αυτήν την παρατήρηση, όταν λέμε η ελεγκτική υπηρεσία μπαίνει μέσα στα χωράφια άλλων, εάν έχουν δίκαιο τότε δεν είναι πίεση. Αν έχουν άδικο όμως αυτοί που το λένε είναι μιας μορφής πίεση. Μιας μορφής εκφοβισμός ή όταν κάνεις μια παρατήρηση και υπάρχει μια δυσανάλογη αντίδραση από τον ελεγχόμενο, αυτό είναι κάτι το οποίο δυνητικά θα μπορούσε να σε αποτρέψει την επομένη φορά να ξανακάνεις παρατήρηση σε εκείνο τον ελεγχόμενο, λες «μα μήπως τώρα πάλι θα έχω καβγάδες με τον συγκεκριμένο»; Αυτό το πράγμα είναι μιας μορφής πίεση. Δεν σημαίνει ότι η υπηρεσία μας υποκύπτει σ’ αυτές τις πιέσεις αλλά είναι μιας μορφής πίεση.
Στην περίπτωση σύγκρουσης των διαπιστώσεων των ελέγχων σας και των συστάσεων σας με την πολιτική ηγεσία ή και διεύθυνση ενός δημόσιου οργανισμού, ποιες επιλογές έχετε στην διάθεση σας;
Σ’ αυτήν την περίπτωση δεν έχουμε εργαλείο εφαρμογής ούτε επιβολής της σύστασής μας και ούτε πρέπει να έχουμε τέτοιο εργαλείο, αλλιώς θα ήμασταν εμείς η εκτελεστική εξουσία. Τα εργαλεία μας είναι η δημοσιοποίηση. Πρέπει να πω ότι είναι εκ προοιμίου εσφαλμένο το επιχείρημα κάποιου ότι «μα, γιατί δημοσιοποίησες το θέμα για να με αναγκάσεις να κάνω αυτό που έλεγες», γιατί όταν κάποιος πει αυτό το πράγμα σημαίνει νιώθει ότι η δική του η θέση δεν στέκει στη βάσανο της κρίσης των πολιτών. Αν εκείνος νιώθει δηλαδή ότι με το να ακουστεί η δική μας η θέση και η δική του, ουσιαστικά εξαναγκάζεται να κάνει αυτό που είπαμε εμείς, είναι γιατί νιώθει ότι αν βγει στον κόσμο και πει ότι εγώ επιμένω σ’ αυτή μου την θέση γι’ αυτόν κι αυτόν τον λόγο, προφανώς νιώθει ότι δεν πείθει. Αν ένιωθε ότι πείθει δεν θα φοβόταν αυτή την δημοσιοποίηση, άρα το εργαλείο μας είναι η δημοσιοποίηση και είπα πριν ένα δεύτερο εργαλείο, η βουλή, αν επιθυμεί να παρέμβει. Τώρα, αν οι διαπιστώσεις μας αυτές αφορούν την διάπραξη ποινικών αδικημάτων τότε η οδός που ακολουθούμε είναι η ενημέρωση του Γενικού Εισαγγελέα.
Πόσες περιπτώσεις παρανομιών οδηγούνται μέσω του ελέγχου της Υπηρεσίας σας στην Δικαιοσύνη;
Αρκετές (υποθέσεις) τα τελευταία χρόνια (πρέπει να πω, όχι προηγουμένως) λόγω επιμονής της Υπηρεσίας μας με την έννοια να παραπέμψει κάτι στην Νομική Υπηρεσία και πρέπει να πω και μέσω της (χωρίς να θέλω να κρίνω τις προηγούμενες καταστάσεις που έτσι κι αλλιώς δεν τις είχα ζήσει, εγώ δεν ήμουν εδώ), λόγω της ευαισθησίας η οποία επιδεικνύεται από την Νομική Υπηρεσία η οποία είναι η μόνη αρμόδια και ο Γενικός Εισαγγελέας είναι ο μόνος αρμόδιος για να αποφασίσει την παραπομπή ενός θέματος και όταν μιλάμε στη δικαιοσύνη εννοούμε για ποινικα αδικήματα, είναι ο μόνος αρμόδιος. Για να φτάσει κάποιος στο δικαστήριο υπάρχουν τρεις κρίκοι. Μπορεί η Υπηρεσία μας να μην έκανε καλά τη δουλειά της, μπορεί η Νομική Υπηρεσία να μην έκανε καλά τη δουλειά της ή μπορεί και η Αστυνομία να μην έκανε καλά τη δουλειά της. Μπορεί όμως και να φταίει ο Γενικός Ελεγκτής υπό την έννοια ότι η έρευνα που έκανε να μην ήταν ικανοποιητική και να χρειαστεί να ξαναδούμε μια υπόθεση. Πιστεύω ότι ο λόγος που μέχρι το 2013 δεν είχαμε, ήταν σπάνιο να δούμε, κρατούντες εξουσία να παραδοθούν στα δικαστήρια είτε από αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης, είτε από πανεπιστήμια, είτε από συμβούλια αποχετεύσεων ήταν γιατί κάποιοι εξ αυτών των τριών κρίκων είτε όλοι δεν έκαναν καλά τη δουλειά τους. Πιστεύω ότι ο ρόλος της αστυνομίας είναι πράγματι πάρα πολύ σημαντικός και ο λόγος είναι γιατί αν έχεις κάποιον ανακριτή ο οποίος εξετάζει μια υπόθεση είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό στην ευχέρεια και την ικανότητα του να εντοπίσει ή να μην εντοπίσει κάτι. Δηλαδή αν εγώ μπω σε ένα γραφείο ενός δημάρχου ο οποίος κατηγορείται ότι πήρε μίζες, θέλω να πω ένα παράδειγμα, και εντοπίσω πάνω στο γραφείο του ένα έγγραφο το οποίο θα ήταν ικανό να τον στείλει στη φυλακή μπορεί να κάνω ότι δεν είδα αυτό το έγγραφο ή μπορεί να μην είμαι αρκετά ικανός για να ψάξω εκεί που πρέπει για να βρω αυτό το έγγραφο, άρα ναι και η αστυνομία έχει πάρα πολύ σημαντικό ρόλο σε αυτό το θέμα.
Με βάση στοιχεία της υπηρεσίας σας, ποιοι τομείς του δημόσιου και ευρύτερου δημόσιου τομέα είναι περισσότερο επιρρεπείς σε παραβιάσεις της χρηστής διοίκησης και οικονομικής διαχείρισης;
Ένας τομέας είναι αυτός της υγείας θα έλεγα, που εκεί είναι η λεγόμενη διαφθορά χαμηλών ποσών. Εκεί θα δεις ότι ο γιατρός δεν θα κλέψει από έναν ασθενή 10 εκατομμύρια, αλλά μπορεί να κλέψει από χίλιους ασθενείς χίλια ευρώ από τον καθένα και να πάρει 1 εκατομμύριο, επομένως εκεί μιλάς για μεγάλο αριθμό και για μικρά ποσά. Ή μπορεί να έχεις διαφθορά. Για παράδειγμα ένα δημοτικό συμβούλιο να έχει να αποφασίσει αν θα κατακυρώσει ή όχι μια προσφορά των 20 εκατομμυρίων και να ζητήσουν κάποιοι ή και όλοι, συνήθως είναι κάποιοι που θεωρούν ότι μπορούν να επηρεάσουν την λήψη της απόφασης, να ζητήσουν από ένα συγκεκριμένο ένα μεγάλο ποσό, ας πούμε να του πει «ωραία θα μου δώσεις, ξέρω γω.. τα 2 εκατομμύρια το 10%», άρα εκεί μιλάμε για ένα μεγάλο ποσό λίγες φορές, άρα νομίζω στην ερώτηση σας ποιοι είναι επιρρεπείς, αυτοί είναι. Και επίσης πρέπει να πούμε ότι μεγάλος παράγοντας ακριβώς που έχει να κάνει σχέση με τον πυλώνα της ευκαιρίας είναι η γραφειοκρατία. Αν έχεις γραφειοκρατία, σημαίνει ότι ο πολίτης είναι πιο εύκολα διατεθειμένος να έρθει να δώσει λεφτά γιατί έχει ανάγκη το κράτος, τον βασανίζει το κράτος. Δηλαδή, ακόμη και πολίτες οι οποίοι υπό άλλες συνθήκες δεν θα ήταν διατεθειμένοι να μετάσχουν σε οποιαδήποτε πράξη διαφθοράς και γι’ αυτό να σας το πω και αυτό παρεμπιπτόντως άσχετα με την ερώτηση σας, ότι γι’ αυτό κατά την εξέταση φαινομένων διαφθοράς προφανώς στη ζυγαριά του πόσο μεμπτό είναι το να δώσεις ή να πάρεις φακελάκι κατ’ εμένα είναι ασύγκριτα χειρότερος αυτός που παίρνει φακελάκι απ’ αυτόν που δίνει φακελάκι. Είναι μεμπτά και τα δυο εννοείται και υπάρχουν πολίτες οι οποίοι θα επιχειρήσουν οι ίδιοι να διαφθείρουν κάποιο δημόσιο υπάλληλο, αλλά στη ζυγαριά των δυο, σαφώς βαραίνει περισσότερο αυτός που κάνει δωροληψία παρά η δωροδοκία.
Πώς επηρεάζει η για χρόνια έλλειψη διαδικασιών στην δημόσια υπηρεσία;
Φυσικά γίνεται αυτό ελλείψει διαδικασιών, ή ελλείψει διαφάνειας της διαδικασίας, ή της ύπαρξης αχρείαστων διαδικασιών, δηλαδή γραφειοκρατίας ή της έλλειψης διαφάνειας γενικότερα. Όλα αυτά είναι παράγοντες οι οποίοι εκτρέφουν την διαφθορά και επίσης η έλλειψη αξιοκρατίας. Κάποιος ο οποίος θα πάρει μια θέση, ένα πόστο και θα νιώθει ότι δεν αξίζει αυτό το πόστο στο οποίο κάθεται είναι πολύ πιο επιρρεπής σε πιέσεις πολιτικών, διαφόρων άλλων παραγόντων, όταν είσαι κάπου που νιώθεις ότι δεν άξιζες να είσαι εκεί, άρα δεν νιώθεις αυτοπεποίθηση γι’ αυτό που κάνεις, άρα και η έλλειψη αξιοκρατίας είναι παράγοντας που ενισχύει την διαφθορά, όλα αυτά μαζί.
Είναι υποχρέωση του κράτους να ενημερώνει τους πολίτες για τις διαδικασίες;
Φυσικά είναι υποχρέωση του κράτους να απλουστεύει τις διαδικασίες. Είναι υποχρέωση του κράτους να φροντίζει ώστε οι πολίτες να ξέρουν πλήρως τα δικαιώματά τους για να μην μπορεί ένας δημόσιος υπάλληλος να τους παρουσιάζει τα δεδομένα διαφορετικά και να τους κάνει να νομίζουν ότι τους κάνει χατίρι που διεκπεραίωσε μια υπόθεση με έναν συγκεκριμένο τρόπο.
Ποια είναι η άποψη σας όσον αφορά στο Νέο Νομοθετικό πλαίσιο που προβλέπει για την ρύθμιση των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων στην Κυπριακή Δημοκρατία;
Ο νόμος του 2006 σε σχέση με τον νόμο τους 2003, ήταν μια καλή βελτίωση δεν είναι ότι έγιναν άλματα τεράστια αλλά ήταν μια καλή βελτίωση. Ομοίως και τώρα ο νέος νόμος σε σχέση με τον νόμο του 2006 είναι μια καλή βελτίωση σε αρκετά θέματα, είπαμε πριν ένα παράδειγμα έχει κι άλλα παραδείγματα τα οποία αποτελούν βελτίωση, κάποιες διαδικασίες έχουν καταγραφεί με καλύτερο τρόπο. Δεν θεωρώ ότι είναι ένα άλμα δηλαδή μια επανάσταση, είναι όμως ένα βήμα προς τα εμπρός.
Σε ποιόν βαθμό ενσωματώνει τον σκοπό της Οδηγίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης με αριθμό 2014/24 που αφορά στο ίδιο θέμα των δημοσιών συμβάσεων αλλά και των οδηγιών 2014/25 και 2014/23 που αφορούν τις προμήθειες φορέων που δραστηριοποιούνται σε διάφορους τομείς και την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης;
Θεωρώ ότι υπάρχει συμμόρφωση πλήρης της Κυπριακής Δημοκρατίας με αυτά που απορρέουν από την Ευρωπαϊκή οδηγία και αυτή εξάλλου ήταν και υποχρέωση, δεν μπορούσαμε διαφορετικά.
Σε ποιόν βαθμό κατά την άποψη σας μέσα από το νέο νομοθετικό πλαίσιο εξυπηρετούνται οι αρχές της Συνθήκης για την λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως με την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, την αρχή της ελευθερίας της εγκατάστασης και της ελευθερίας παροχής υπηρεσιών, καθώς και τις αρχές που απορρέουν από αυτές όπως είναι η αρχή της ίσης μεταχείρισης, η αρχή της αποφυγής διακρίσεων, η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης, η αρχή της αναλογικότητας και η αρχή της διαφάνειας;
Το νέο νομοθετικό πλαίσιο είναι αντιγραφή ουσιαστικά της Ευρωπαϊκής οδηγίας ως εκ τούτου ναι, εξυπηρετεί αυτές τις αρχές. Εκείνο στο οποίο θα κριθεί η Κυπριακή Δημοκρατία είναι ο τρόπος με τον οποίο, στην πράξη θα ερμηνευτεί αυτός ο νόμος και η ερμηνεία όπως γνωρίζετε γίνεται από τα δικαστήρια και σε πρώτο βαθμό γίνεται πάντοτε από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών, από τα ίδια όργανα από τις αναθέτουσες αρχές και μετά από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών. Άρα, επειδή η Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών και τα δικαστήρια δημιουργούν, το μεν δικαστήριο νομολογία η δε Αναθεωρητική Αρχή, κάποιο προηγούμενο που λαμβάνεται υπόψη από τις αναθέτουσες αρχές, στην πράξη θα κριθεί πώς αυτές οι αρχές θα τύχουν σεβασμού από την πολιτεία μας σαν χώρα πλέον. Όμως δεν υπάρχουν και πολλά περιθώρια να ξεφύγει κάποιος από αυτές τις αρχές.
Η οδηγία ΕΕ 2014/14 αναφέρει τους τρόπους με τους οποίους οι Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις πρέπει να έχουν την ευκαιρία να διαγωνίζονται και να υποβάλλουν προσφορές για δημόσιες συμβάσεις. Πώς βλέπεται αυτή την υπόδειξη να πραγματοποιείται στην περίπτωση των Μικρών Επιχειρήσεων; Ειδικά λαμβάνοντας υπόψη ότι απαιτούνται ιδιαίτερα κόστη για μια μικρή επιχείρηση, ενώ ποιο νομίζετε είναι το περιθώριο επιτυχίας της προσφοράς τους όταν ανταγωνίζονται με εταιρίες τεράστιων προϋπολογισμών που αποτελούν σχεδόν μονοπώλια στον εξειδικευμένο τομέα τους;
Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον που έδειξε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μέσω της οδηγίας που έχει μεταφερθεί και στην Κυπριακή νομοθεσία για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις είναι ένα από τα καινούρια χαρακτηριστικά του νέου νόμου, από τα θετικά του που έχουν αλλάξει. Σίγουρα να μην βάζουν τις μικρομεσαίες σε δυσμενέστερη θέση με τις μεγάλες και κατά το δυνατό να τις διευκολύνουν, να συμμετέχουν σε δημόσιους διαγωνισμούς. Στην πράξη θα φανεί, και ακριβώς θα φανεί και αν ας πούμε έχω αύριο μια προσφυγή από μια μικρομεσαία επιχείρηση η οποία ισχυριστεί ότι οι όροι ήταν αντίθετοι με αυτές τις υποχρεώσεις που έχει η αναθέτουσα αρχή και αυτό παραπεμφθεί στην αρχή προσφορών και η Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών δικαιώσει την μικρομεσαία επιχείρηση, θα είναι ένα καλό βήμα. Εάν ερμηνεύσει λανθασμένα αυτή την πρόνοια, τότε μπορεί να βρεθεί η χώρα μας σε μια κατάσταση την οποία θα έχουμε λανθασμένη ερμηνεία, γι’ αυτό εξηγούσα πριν ότι εκείνο που μένει πλέον να δούμε πως θα εφαρμοστούν αυτά στην πράξη.
Πρόσφατα η υπηρεσία σας έχει ολοκληρώσει τον διαχειριστικό έλεγχο για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας με στόχο να ελέγξει τα διάφορα σχέδια παροχής κινήτρων και ειδικά τις επιδοτήσεις μεγάλων εμπορικών αιολικών, φωτοβολταϊκών και ηλιοθερμικών συστημάτων και συστημάτων βιομάζας, τα οποία προνοούσαν την επιδότηση της παραγωγής ενέργειας με μακροχρόνια συμβόλαια. Ποιες οι βασικές διαπιστώσεις του ελέγχου σας;
Πρώτον να ξεκαθαρίσουμε ότι αυτά είναι συμβόλαια που υπογράφονται, δεν έχουν την έννοια των δημοσίων συμβάσεων που αντιλαμβάνομαι είναι το κυρίως σας αντικείμενο που εμπίπτουν σε αυτές τις οδηγίες που έχετε πει. Οι βασικές διαπιστώσεις της υπηρεσίας μας ήταν ότι υπήρξαν αδυναμίες στον καταρτισμό αυτών των σχεδίων. Πρέπει να διευκρινίσω ότι η υπηρεσία μας κυρίως επικεντρώθηκε στα θέματα των αιολικών πάρκων και αυτό δεν το κάναμε τυχαία, το κάναμε γιατί διαπιστώσαμε ότι οι μελέτες οι οποίες είχαν προηγηθεί για τα μεν αιολικά πάρκα παραγνωριστήκαν εις βάρος του κράτους, δηλαδή ενώ οι μελέτες έλεγαν ότι η επιδότηση ας πούμε πρέπει να είναι 14 σεντς, κάναμε συμφωνίες για 16 σεντς. Ενώ αντίθετα με τα κοινά φωτοβολταϊκά οι μελέτες αντιμετωπίστηκαν με ένα πιο αυστηρό φακό από την πολιτεία και υιοθετήθηκαν πιο σφικτά σχέδια επιδοτήσεων. Επίσης ότι για τα αιολικά πάρκα δόθηκαν πολύ πολύ μεγάλα συμβόλαια σε αντίθεση με τα φωτοβολταϊκά στα οποία είχαν τεθεί όρια που θα μπορούσε ο κάθε αιτητής να ζητήσει και ως εκ τούτου υπήρχε πολύ μεγαλύτερος διαμοιρασμός της πίττας παρά με τα αιολικά πάρκα τα οποία πήραν λίγοι. Ένας μόνο πήρε την μίση παραγωγή παγκυπρια, δηλαδή τέθηκε ένα όριο 165 megawatt και μόνο ένα πάρκο είχε παραγωγή 82 megawatt, άρα η μισή παραγωγή δόθηκε μόνον σε ένα επιχειρηματία. Διαπιστώσαμε επίσης, ότι υπάρχουν ενδείξεις ότι επιχειρηματίες που έχουν πάρει τέτοια συμβόλαια ενδεχομένως να έχουν το περιθώριο ή στην πράξη να βγάζουν υπερκέρδη και αυτό το οποίο έχουμε εισηγηθεί είναι: εάν υπάρχει νομικός τρόπος εκεί μόνον και όπου υπάρχουν υπερκέρδη τότε η πολιτεία να παρέμβει και να περιορίσει αυτά τα υπερκέρδη κατ’επίκληση του Ευρωπαϊκού Δικαίου που λέει ότι τέτοιες επιδοτήσεις πρέπει να γίνονται μόνο διασφαλίζοντας εύλογο κέρδος και όχι υπερκέρδη.
Τώρα, επειδή έχουμε δει διάφορες αντιδράσεις σ’ αυτό που έχουμε πει, εκείνοι οι οποίοι ισχυρίζονται ότι άδικα τους καταλογίζονται υπερκέρδη δεν πρέπει να ανησυχούν γιατί εμείς δεν έχουμε πει κάποιος ο οποίος έχει πάρει λογικό κέρδος να τον ζημιώσουμε. Άρα κάποιος ο οποίος στην πράξη έχει λογικά κέρδη δεν πρέπει να θεώρει ότι τον αφορούν οι εισηγήσεις μας. Οι εισηγήσεις μας αφορούν μόνον εκείνους που βγάζουν υπερκέρδη και είναι μόνον αν η νομική υπηρεσία και ο έφορος ελεγχου κρατικών ενισχύσεων συμβουλευσουν την πολιτεία ότι υπάρχουν νόμιμοι τρόποι ώστε να περιοριστούν αυτά τα υπερκέρδη στο λογικό, άρα κάποιος ο όποιος αντιδρά είναι σαν να λέει ότι εγώ ισχυρίζομαι ότι βγάζω υπερκέρδη και αντιδρώ γιατί δεν δέχομαι να μου περιορίσετε τα υπερκέρδη μου στο λογικό επίπεδο. Δικαίωμα του να το λέει αλλά στην πράξη αυτό μας λέει γιατί εμείς δεν έχουμε πει κάτι διαφορετικό. Αυτό που έχουμε πει εμείς είναι εάν υπάρχουν υπερκέρδη τότε να εξετάσουμε αν υπάρχουν νόμιμοι τρόποι να του κουρέψουμε (να το πω έτσι) και να τα περιορίσουμε σε λογικά. Δεν είμαι βέβαιος ότι υπάρχουν νόμιμοι τρόποι σήμερα, νομικά εργαλεία για να κινηθεί κάποιος, γιατί ήταν κάποιο σχέδιο το οποίο είχε δημοσιοποιηθεί και αυτός ο κάποιος που λέτε δεν υπέβαλε αίτηση. Αν κάποιος είχε υποβάλει αίτηση και δεν αδειοδοτηθηκε θα είχε υποθέτω την ευχέρεια να κάνει προσφυγή τότε όμως, εντός 75 ημερών από τότε που ενημερώνεται ότι δεν έχει εγκριθεί η αίτηση, όχι σήμερα.