Το «εργασιακό ζήτημα» ήταν (τουλάχιστον στις Ευρωπαϊκές και Δυτικές χώρες) και παραμένει ένα από τα σημαντικότερα κοινωνικά ζητήματα από καταβολής της Βιομηχανικής Επανάστασης. Οι εργάτες, μέσω των συνδικάτων, κατέκτησαν σημαντικά δικαιώματα, τα οποία στις μέρες μας, με την παγκόσμια χρηματοπιστωτική «κρίση», τείνουν να χαθούν (μείωση μισθών, επισφαλής εργασία, νομοθετικές παραβιάσεις, κ.λπ.) μιας και τα τελευταία χρόνια έχουμε γίνει μάρτυρες μιας παγκόσμιας ανακατανομής πλούτου και εξουσίας προς τα πάνω. Δεν χρειάζεται κανείς να εμπνέεται από «ουτοπικές» ιδέες για τη δικαιοσύνη και την αξιοπρέπεια του ανθρώπου για να το αντιληφθεί αυτό· αρκεί να διαβάσει μια από τις πρόσφατες έρευνες της Oxfam. Αυτή η έρευνα δείχνει ότι το 82% του πλούτου που παράχθηκε το 2017 πήγε στα χέρια του 1% των πλουσιότερων ανθρώπων του πλανήτη! Η έρευνα αυτή παρουσιάζει επίσης, μεταξύ άλλων, ανησυχητικά ευρήματα για τις εργασιακές συνθήκες σε μη-Δυτικές χώρες και την υπερεκπροσώπηση των γυναικών στις λιγότερο καλοπληρωμένες και επισφαλέστερες θέσεις εργασίας παγκοσμίως.

Σε κοινωνίες σαν τις δικές μας, εδώ και δεκαετίες παρατηρείται μια μεγάλη αλλαγή: Αναγνωριζόμαστε και αναγνωρίζουμε τους εαυτούς μας πρωτίστως ως καταναλωτές και δευτερευόντως ως πολίτες και εργαζόμενοι. Αυτό έχει πολλές και σημαντικές επιπτώσεις για τη λειτουργία και τη διάρθρωση των κοινωνίων μας και την αντιμετώπιση των κοινωνικών ανισοτήτων, αλλά εδώ, ελλείψει χώρου, θα αρκεστούμε στην παρατήρηση ότι πολλοί άνθρωποι νιώθουν συχνά ανήμποροι να αλλάξουν τις εργασιακές τους συνθήκες. Έτσι, ο χώρος για διεκδικήσεις και δημιουργικότητα μετατοπίζεται στη «σφαίρα της κατανάλωσης». Εκεί έχουμε δικαιώματα, επιλογές και «ελευθερία», κάτι που συχνά δεν έχουμε στους χώρους εργασίας μας οι οποίοι είναι αυστηρά ιεραρχημένοι, καταπνίγουν την ανάγκη να αποφασίζουμε τι, πώς και γιατί παράγουμε, και ίσως πάνω από όλα χαρακτηρίζονται από έντονες διαφορές ανάμεσα σε εισοδήματα, δικαιώματα, κ.ο.κ. (κάτι που βέβαια διαφέρει από κλάδο σε κλάδο). Είναι βέβαια χρήσιμο να γνωρίζουμε τα δικαιώματά μας σαν καταναλωτές, να γίνονται έλεγχοι και ενημερώσεις όπως αυτή που πρόσφατα πραγματοποιήθηκε από την Υπηρεσία Προστασίας Καταναλωτή και αφορούσε επικίνδυνα παιχνίδια. Με αυτόν τον τρόπο ελέγχουμε περισσότερο τις ζωές μας και τις όποιες πιθανές ασυδοσίες και λάθη εκ μέρους των επιχειρήσεων. Όμως αυτή η πολλές φορές υπερβολική έμφαση στην κατανάλωση ενέχει, μεταξύ άλλων, τον κίνδυνο να παραβλέψουμε τη «σφαίρα της παραγωγής».

Η εταιρεία Praktiker που δραστηριοποιείται στην Ελλάδα, για να πάρουμε ένα παράδειγμα, σε πρόσφατη ανακοίνωσή της ισχυρίστηκε ότι: «Με το ποδήλατο οι απεργίες δεν σας αγγίζουν! Εάν συνηθίζετε να κυκλοφορείτε με τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, σίγουρα έχετε βρεθεί πολλές φορές στην άβολη θέση να μην ξέρετε πώς να πάτε στη δουλειά σας. Βάζοντας το ποδήλατο στη ζωή σας δεν θα χρειάζεται να ανησυχείτε πια για αυτό, αφού το ποδήλατο δεν απεργεί». Εδώ έχουμε να κάνουμε με μια απαράδεκτη απόπειρα εκ μέρους μιας επιχείρησης να συκοφαντήσει την απεργία – ιστορικά το σημαντικότερο «όπλο» των αγώνων των εργαζομένων – προς ιδίον όφελος και της κατανάλωσης γενικότερα.

Δεύτερο παράδειγμα: Mπορεί όντως να υπήρξε κάποιο «όφελος» για τον Κύπριο καταναλωτή στις 24 Νοεμβρίου 2017 με την περιβόητη «Black Friday», όπως είπε την προηγούμενη μέρα ο Πρόεδρος του Κυπριακού Συνδέσμου Καταναλωτών Σταμάτης Ρωσίδης, όμως για άλλη μια φορά αυτό που συσκοτίζεται είναι, πέρα από το αν το πραγματικό όφελος ήταν για τους καταστηματάρχες, πέρα από το ότι η «Black Friday» επιβεβαιώνει την καταναλωτική μανία που διακατέχει τις κοινωνίες μας, το γεγονός ότι αυτοί που πραγματικά «πλήρωσαν το μάρμαρο» ήταν οι εργαζόμενοι, χρειάστηκε να κάνουν υπερωρίες εκείνη την Παρασκευή. Για εκείνους ίσως ήταν πραγματικά «Μαύρη».

Η σχέση μεταξύ εργασίας και κατανάλωσης είναι πολυδιάστατη. Πολλές φορές είμαστε καταναλωτές για την ίδια την επιχείρηση στην οποία εργαζόμαστε. Αυτό που εδώ πρέπει να επισημάνουμε όμως είναι ότι η μετατόπιση της έμφασης στο δεύτερο πόλο του δίπολου «εργασία-κατανάλωση» αφενός εξάρει τον καταναλωτισμό (με συχνά άσχημες συνέπειες για την εργασία, την κοινωνία και το περιβάλλον) και αφετέρου αφήνει ανέγγιχτη τη «σφαίρα της εργασίας» και δικαιολογεί τις υπάρχουσες κοινωνικο-οικονομικές ανισότητες (ο ανταγωνισμός μεταξύ των ανθρώπων είναι «αναπόφευκτος», κάποιοι είναι περισσότεροι «ικανοί», κ.λπ.). Αυτό που χρειάζεται είναι μια πληρέστερη, διαλεκτική αντιμετώπιση του δίπολου «εργασία-κατανάλωση».

Νίκος Καρφάκης